μπλοκ

μπλοκ
το
1. δέσμη από φύλλα χαρτιού τα οποία είναι κολλημένα στη μία πλευρά και χρησιμεύουν για σημειώσεις ή ιχνογραφήσεις
2. σύνδεση κρατών, πολιτικών ή οικονομικών οργανισμών με συμφωνία που αποβλέπει σε κοινή δράση, συνασπισμός, συμμαχία (α. «το ανατολικό μπλοκ» β. «το μπλοκ τών υπερεθνικών εταιρειών»)
3. ογκόλιθος
4. κατασκεύασμα από σκυρόδεμα, συνήθως σχήματος κύβου, το οποίο χρησιμεύει μαζί με άλλα για κατασκευή προβλήτων, κρηπιδωμάτων λιμανιών κ.ά. παρόμοιων έργων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. blok < αρχ. γερμ. bloc / bloch < ολλ. bloc «κούτσουρο, κορμός δέντρου». Ο τ. μπλοκ «δέσμη από φύλλα χαρτιού» < αγγλ. block-notes < γαλλ. bloc].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • μπλοκ — το άκλ. (λ. γαλλ.) 1. δέσμη συγκολλημένων φύλλων χαρτιού για σημειώσεις. 2. συνασπισμός, συμμαχία: Η Ρουμανία ανήκε παλαιότερα στο ανατολικό μπλοκ …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Μπλοκ, Αλεξάντρ Αλεξάντροβιτς — (Πετρούπολη 1880 – 1921). Ρώσος ποιητής. Γιος ενός καθηγητή της νομικής, μακρινής γερμανικής καταγωγής και της κόρης του πρύτανη του πανεπιστήμιου της Πετρούπολης Μπεκέτοφ, μεγάλωσε σ’ ένα εκλεπτυσμένο περιβάλλον διανοουμένων, που τον εισήγαγε… …   Dictionary of Greek

  • Μπλοκ, Μαρκ — (Marc Bloch, Λιόν 1886 – 1944). Γάλλος ιστορικός. Υφηγητής της μεσαιωνικής ιστορίας στο Στρασβούργο (1919) και καθηγητής της οικονομικής ιστορίας βελτίωσε, μαζί με τον Λισιέν Φεβρ, τις μελέτες οικονομικοκοινωνικής ιστορίας και ίδρυσε (1929) την… …   Dictionary of Greek

  • Γιουγκοσλαβία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας Παλαιότερη ονομασία: Ομοσπονδιακή Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας Έκταση: 102.173 τ.χλμ Πληθυσμός: 10.656.929 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Βελιγράδι (1.280.600 κάτ. το 2002)Κράτος …   Dictionary of Greek

  • Καναδάς — I Επίσημη ονομασία: Καναδάς Έκταση: 9.970.610 τ. χλμ. Πληθυσμός: 30.007.094 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Οτάβα (827.898 κάτ. το 2001)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Ν με τις ΗΠΑ και στα Δ με την πολιτεία Αλάσκα των ΗΠΑ. Βρέχεται στα Β από… …   Dictionary of Greek

  • Βέλγιο — Κράτος της βόρειας Ευρώπης, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.Συνορεύει Β και ΒΑ με την Ολλανδία, Α με τη Γερμανία, ΝΑ με το Λουξεμβούργο, Ν με τη Γαλλία, ενώ ΒΔ βρέχεται από τη Βόρεια θάλασσα.Το κράτος του Β. (που τα σημερινά σύνορά του σε γενικές… …   Dictionary of Greek

  • Ουγγαρία — Κράτος της κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει Β με τη Σλοβακία, ΒΑ με την Ουκρανία, Α με τη Ρουμανία, Ν με τη Σερβία Μαυροβούνιο, την Κροατία και τη Σλοβενία και Δ με την Αυστρία.Τα σύνορα τους O. καθορίστηκαν με τη συνθήκη του Τριανόν (1920), μετά τον …   Dictionary of Greek

  • Ουκρανία — Κράτος της ανατολικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με την Πολωνία, Β με τη Λιθουανία, ΒΑ με τη Ρωσία, ΝΔ με τη Σλοβακία, την Ουγγαρία, τη Ρουμανία και τη Μολδαβία, και στα Ν βρέχεται από την Αζοφική και από τη Μαύρη θάλασσα (Εύξεινο Πόντο).Ο. σημαίνει… …   Dictionary of Greek

  • Ροντ Άιλαντ — (Rhode Island). Ομόσπονδη Πολιτεία των βορειοανατολικών ΗΠΑ, στη Νέα Αγγλία. Βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό στα Ν και συνορεύει με την Πολιτεία Κονέκτικατ στα Δ και Μασαχουσέτη στα Β και στα Α. Έχει έκταση 3144 τ. χλμ. και είναι, κατά συνέπεια …   Dictionary of Greek

  • Τσεχία — Συνορεύει στα βόρεια με τη Γερμανία και την Πολωνία, στα νότια με τη Αυστρία και στα νοτιοανατολικά με τη Σλοβακία.Όταν διασπάστηκε η Τσεχοσλοβακία, στη Δημοκρατία της Τσεχίας παρέμειναν το ιστορικό βασίλειο της Βοημίας, η Μοραβία και τμήμα της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”